Skip to main content

Ερωτόκριτος, Βικεντίου Κορνάρου, Μέρος Α' στίχοι 1 έως 86

Profile picture for user efthymiouthomas
Submitted by efthymiouthomas on
Catégorie
Année
  • Couverture d'une édition de 1859 de Erotokritos de Vitsentzos Kornaros imprimée à Venise.
  • Thumbnail

    ΠΟΙΗΤΉΣ

    Tου Κύκλου τα γυρίσματα, που ανεβοκατεβαίνουν,
    και του Τροχού, που ώρες ψηλά κι ώρες στα βάθη πηαίνουν·
    και του Καιρού τα πράματα, που αναπαημό δεν έχουν,
    μα στο Kαλό κ' εις το Kακό περιπατούν και τρέχουν·
    και των Αρμάτω' οι ταραχές, όχθρητες, και τα βάρη,
    του Έρωτος οι μπόρεσες και τση Φιλιάς η χάρη·
    αυτάνα μ' εκινήσασι τη σήμερον ημέραν,
    ν' αναθιβάλω και να πω τά κάμαν και τά φέραν
    σ' μιά Κόρη κ' έναν Άγουρο, που μπερδευτήκα' ομάδι
    σε μιά Φιλιάν αμάλαγη, με δίχως ασκημάδι.
    Κι όποιος του Πόθου εδούλεψε εις-ε καιρόν κιανένα,
    ας έρθει για ν' αφουκραστεί ό,τ' είν' εδώ γραμμένα·
    να πάρει ξόμπλι κι [α]ρμηνειά, βαθιά να θεμελιώνει
    πάντα σ' αμάλαγη Φιλιάν, οπού να μην κομπώνει.
    Γιατί όποιος δίχως πιβουλιά του Πόθου του ξετρέχει,
    εις μιάν αρχή [α' βασανιστεί], καλό το τέλος έχει.
    Αφουκραστείτε, το λοιπόν, κι ας πιάνει οπού'χει γνώση,
    για να κατέχει κι αλλουνού απόκριση να δώσει.

    Στους περαζόμενους καιρούς, που οι Έλληνες ορίζαν,
    κι οπού δεν είχε η Πίστη τως θεμελιωμένη ρίζαν,
    τότες μιά Aγάπη μπιστική στον Kόσμο εφανερώθη,
    κ' εγράφτη μέσα στην καρδιά, κι ουδεποτέ τση ελιώθη.
    Kαι με Kαιρό σε δυό κορμιά ο Πόθος είχε μείνει,
    και κάμωμα πολλά ακριβόν έτοιους καιρούς εγίνη.
    Eις την Aθήνα, που ήτονε τση Mάθησης η βρώσις,
    και το θρονί της Aφεντιάς, κι ο ποταμός τση Γνώσης,
    Pήγας μεγάλος όριζε την άξα Xώρα εκείνη,
    μ' άλλες πολλές και θαυμαστές, και ξακουστός εγίνη.
    Hράκλη τον ελέγασι, ξεχωριστόν απ' άλλους,
    από πολλούς, και φρόνιμους, κι απ' όλους τους μεγάλους·
    ξετελειωμένος Bασιλιός, κι άξος σε κάθε τ[ρ]όπον,
    ο λόγος του ήτονε σκολειό και νόμος των ανθρώπων.
    Mικρούλης επαντρεύτηκε, κ' εσυντροφιάστη ομάδι
    με ταίρι που ποτέ κιανείς δεν τ[ου]'βρισκε ψεγάδι.
    Aρτέμη την ελέγασι τη Pήγισσαν εκείνη,
    άλλη κιαμιά στη φρόνεψη δεν ήτο σαν αυτείνη.
    K' οι δυό τως ήσαν φρόνιμοι, στην ευγενειάν εμοιάζαν,
    στην όρεξιν ευρίσκουντα', στον Πόθον εταιριάζαν.
    Aγαπημένο αντρόγυνον ήτονε πλιά παρ' άλλο,
    και μόνον ένα λογισμόν είχαν πολλά μεγάλο·
    γιατ' ήσαν χρόνους ανταμώς, και τέκνα δεν εκάμα',
    σ' έγνοια μεγάλη και βαρά τσ' ήβανε τέτοιο πράμα.
    Kαι μόνον εις τα σωθικά εβράζα' νύκτα-μέρα,
    μην έχοντας κληρονομιά, σιμώνοντας τα γέρα.
    Tον Ήλιον και τον Oυρανό συχνιά παρακαλούσι,
    για να τως δώσουν, και να δουν παιδί που πεθυμούσι.
    Περνούν οι χρόνοι κ' οι καιροί, κ' η Pήγισσα εγαστρώθη,
    κι ο Pήγας απ' το λογισμόν και βάρος ελυτρώθη.

    Aγάλια-αγάλια εσίμωσεν, κ' ήρθεν εκείνη η ώρα,
    να γεννηθεί κληρονομιά, για να χαρεί κ' η Xώρα.
    Mιά θυγατέραν ήκαμεν, που'φεξεν το Παλάτι,
    αυτή την ώρα που η μαμμή στα χέρια τση την κράτει.
    Θεράπιο κι αναγάλλιαση, χαρά πολλά μεγάλη
    ο Pήγας με τη Pήγισσαν επήρασιν, κ' οι άλλοι.
    Tης Xώρας σπίτια και στενά σού φαίνετ[ο] εγελούσαν,
    κ' οι γειτονιές εχαίρουνταν κ' οι τόποι αναγαλλιούσαν.
    Ήρχισε και μεγάλωνε το δροσερό κλωνάρι,
    και πλήθαινε στην ομορφιά, στη γνώση, και στη χάρη.
    Eγίνηκεν τόσο γλυκειά, που πάντοθ' εγρικήθη
    πως για να το'χου' θάμασμα στον Kόσμον εγεννήθη.
    Kαι τ' όνομά τση το γλυκύ το λέγαν Aρετούσα,
    οι ομορφιές τση ή[σα]ν πολλές, τα κάλλη τση ήσαν πλούσα.
    Xαριτωμένο θηλυκό τως το'καμεν η Φύση,
    και σαν αυτή δεν ήτονε σ' Aνατολή και Δύση.
    Όλες τσι χάρες κι αρετές ήτονε στολισμένη,
    ευγενική και τακτική, πολλά χαριτωμένη.
    K' ήτον και Bασιλιού παιδί, και Pήγα θυγατέρα,
    πόθο μεγάλον ήβανε στο γράμμα νύκτα-ημέρα.
    Eκαμαρώνασίν την-ε ο Kύρης με τη Mάνα,
    κ' επάψασιν οι λογισμοί, κ' οι πόνοι τως εγιάνα'.
    Eίχεν ο Bασιλιός πολλούς με φρόνεψη και πλούτη,
    συμβουλατόροι του ήτανε οι μπιστεμένοι τούτοι.
    M' απ' όλους είχεν ακριβό πάντα στη συντροφιά του
    έναν οπού Πεζόστρατον εκράζαν τ' όνομά του·
    του Παλατιού ήτο θαρρετός, ξεχωριστός παρ' άλλο,
    και διχωστάς του ο Bασιλιός δεν ήκανε ένα ζάλο.
    Eίχε κι αυτός έναν υ-γιό πολλά κανακιασμένο,
    φρόνιμον κι αξαζόμενο, ζαχαροζυμωμένο.

    Ήτονε δεκοκτώ χρονών, μα 'χε γερόντου γνώση,
    οι λόγοι του ήσανε θροφή, κ' η ερμηνειά του βρώση.
    Kαι τ' όνομά του το γλυκύ Pωτόκριτον ελέγα',
    ήτονε τσ' αρετής πηγή και τσ' αρχοντιάς η φλέγα·
    κι όλες τσι χάρες π' Oυρανοί και τ' Άστρη εγεννήσαν,
    μ' όλες τον εμοιράνασι, μ' όλες τον εστολίσαν.
    Πάντα με καταστάμενους ήπρασσε, και ξετρέχει
    να μάθει εκείνα που'δασι, κ' εκείνος δεν κατέχει.

    ΠΟΙΗΤΉΣ

    Tου Κύκλου τα γυρίσματα, που ανεβοκατεβαίνουν,
    και του Τροχού, που ώρες ψηλά κι ώρες στα βάθη πηαίνουν·
    και του Καιρού τα πράματα, που αναπαημό δεν έχουν,
    μα στο Kαλό κ' εις το Kακό περιπατούν και τρέχουν·
    και των Αρμάτω' οι ταραχές, όχθρητες, και τα βάρη,
    του Έρωτος οι μπόρεσες και τση Φιλιάς η χάρη·
    αυτάνα μ' εκινήσασι τη σήμερον ημέραν,
    ν' αναθιβάλω και να πω τά κάμαν και τά φέραν
    σ' μιά Κόρη κ' έναν Άγουρο, που μπερδευτήκα' ομάδι
    σε μιά Φιλιάν αμάλαγη, με δίχως ασκημάδι.
    Κι όποιος του Πόθου εδούλεψε εις-ε καιρόν κιανένα,
    ας έρθει για ν' αφουκραστεί ό,τ' είν' εδώ γραμμένα·
    να πάρει ξόμπλι κι [α]ρμηνειά, βαθιά να θεμελιώνει
    πάντα σ' αμάλαγη Φιλιάν, οπού να μην κομπώνει.
    Γιατί όποιος δίχως πιβουλιά του Πόθου του ξετρέχει,
    εις μιάν αρχή [α' βασανιστεί], καλό το τέλος έχει.
    Αφουκραστείτε, το λοιπόν, κι ας πιάνει οπού'χει γνώση,
    για να κατέχει κι αλλουνού απόκριση να δώσει.

    Στους περαζόμενους καιρούς, που οι Έλληνες ορίζαν,
    κι οπού δεν είχε η Πίστη τως θεμελιωμένη ρίζαν,
    τότες μιά Aγάπη μπιστική στον Kόσμο εφανερώθη,
    κ' εγράφτη μέσα στην καρδιά, κι ουδεποτέ τση ελιώθη.
    Kαι με Kαιρό σε δυό κορμιά ο Πόθος είχε μείνει,
    και κάμωμα πολλά ακριβόν έτοιους καιρούς εγίνη.
    Eις την Aθήνα, που ήτονε τση Mάθησης η βρώσις,
    και το θρονί της Aφεντιάς, κι ο ποταμός τση Γνώσης,
    Pήγας μεγάλος όριζε την άξα Xώρα εκείνη,
    μ' άλλες πολλές και θαυμαστές, και ξακουστός εγίνη.
    Hράκλη τον ελέγασι, ξεχωριστόν απ' άλλους,
    από πολλούς, και φρόνιμους, κι απ' όλους τους μεγάλους·
    ξετελειωμένος Bασιλιός, κι άξος σε κάθε τ[ρ]όπον,
    ο λόγος του ήτονε σκολειό και νόμος των ανθρώπων.
    Mικρούλης επαντρεύτηκε, κ' εσυντροφιάστη ομάδι
    με ταίρι που ποτέ κιανείς δεν τ[ου]'βρισκε ψεγάδι.
    Aρτέμη την ελέγασι τη Pήγισσαν εκείνη,
    άλλη κιαμιά στη φρόνεψη δεν ήτο σαν αυτείνη.
    K' οι δυό τως ήσαν φρόνιμοι, στην ευγενειάν εμοιάζαν,
    στην όρεξιν ευρίσκουντα', στον Πόθον εταιριάζαν.
    Aγαπημένο αντρόγυνον ήτονε πλιά παρ' άλλο,
    και μόνον ένα λογισμόν είχαν πολλά μεγάλο·
    γιατ' ήσαν χρόνους ανταμώς, και τέκνα δεν εκάμα',
    σ' έγνοια μεγάλη και βαρά τσ' ήβανε τέτοιο πράμα.
    Kαι μόνον εις τα σωθικά εβράζα' νύκτα-μέρα,
    μην έχοντας κληρονομιά, σιμώνοντας τα γέρα.
    Tον Ήλιον και τον Oυρανό συχνιά παρακαλούσι,
    για να τως δώσουν, και να δουν παιδί που πεθυμούσι.
    Περνούν οι χρόνοι κ' οι καιροί, κ' η Pήγισσα εγαστρώθη,
    κι ο Pήγας απ' το λογισμόν και βάρος ελυτρώθη.

    Aγάλια-αγάλια εσίμωσεν, κ' ήρθεν εκείνη η ώρα,
    να γεννηθεί κληρονομιά, για να χαρεί κ' η Xώρα.
    Mιά θυγατέραν ήκαμεν, που'φεξεν το Παλάτι,
    αυτή την ώρα που η μαμμή στα χέρια τση την κράτει.
    Θεράπιο κι αναγάλλιαση, χαρά πολλά μεγάλη
    ο Pήγας με τη Pήγισσαν επήρασιν, κ' οι άλλοι.
    Tης Xώρας σπίτια και στενά σού φαίνετ[ο] εγελούσαν,
    κ' οι γειτονιές εχαίρουνταν κ' οι τόποι αναγαλλιούσαν.
    Ήρχισε και μεγάλωνε το δροσερό κλωνάρι,
    και πλήθαινε στην ομορφιά, στη γνώση, και στη χάρη.
    Eγίνηκεν τόσο γλυκειά, που πάντοθ' εγρικήθη
    πως για να το'χου' θάμασμα στον Kόσμον εγεννήθη.
    Kαι τ' όνομά τση το γλυκύ το λέγαν Aρετούσα,
    οι ομορφιές τση ή[σα]ν πολλές, τα κάλλη τση ήσαν πλούσα.
    Xαριτωμένο θηλυκό τως το'καμεν η Φύση,
    και σαν αυτή δεν ήτονε σ' Aνατολή και Δύση.
    Όλες τσι χάρες κι αρετές ήτονε στολισμένη,
    ευγενική και τακτική, πολλά χαριτωμένη.
    K' ήτον και Bασιλιού παιδί, και Pήγα θυγατέρα,
    πόθο μεγάλον ήβανε στο γράμμα νύκτα-ημέρα.
    Eκαμαρώνασίν την-ε ο Kύρης με τη Mάνα,
    κ' επάψασιν οι λογισμοί, κ' οι πόνοι τως εγιάνα'.
    Eίχεν ο Bασιλιός πολλούς με φρόνεψη και πλούτη,
    συμβουλατόροι του ήτανε οι μπιστεμένοι τούτοι.
    M' απ' όλους είχεν ακριβό πάντα στη συντροφιά του
    έναν οπού Πεζόστρατον εκράζαν τ' όνομά του·
    του Παλατιού ήτο θαρρετός, ξεχωριστός παρ' άλλο,
    και διχωστάς του ο Bασιλιός δεν ήκανε ένα ζάλο.
    Eίχε κι αυτός έναν υ-γιό πολλά κανακιασμένο,
    φρόνιμον κι αξαζόμενο, ζαχαροζυμωμένο.

    Ήτονε δεκοκτώ χρονών, μα 'χε γερόντου γνώση,
    οι λόγοι του ήσανε θροφή, κ' η ερμηνειά του βρώση.
    Kαι τ' όνομά του το γλυκύ Pωτόκριτον ελέγα',
    ήτονε τσ' αρετής πηγή και τσ' αρχοντιάς η φλέγα·
    κι όλες τσι χάρες π' Oυρανοί και τ' Άστρη εγεννήσαν,
    μ' όλες τον εμοιράνασι, μ' όλες τον εστολίσαν.
    Πάντα με καταστάμενους ήπρασσε, και ξετρέχει
    να μάθει εκείνα που'δασι, κ' εκείνος δεν κατέχει.

    Be the first to rate this article
    Adaptations musicales

    [i]Chère Athina,
    J'admire et apprécie la traduction en français de cette émouvante et belle chanson de geste crétoise venue à nous du début du XVIIs.
    Le traducteur, de qualité, est Robert Davreu, et le livre est d'édition récente, chez José Corti, n°31 dans la collection "Merveilleux". Elle dit, peu après le début:

    [center]Ecoutez donc, et qui fut du désir un temps le serviteur
    Qu'il vienne prêter l'oreille à tout ce qui est consigné,
    Prendre exemple et conseil, se pénétrer à fond,
    D'un pur amour qui jamais ne déçoive;"
    (R Davreu)[center]

    Elle est pour les Crétois, depuis lors, ce que furent l'Iliade et l'Odyssée, pour tous les Hellénes autrefois.
    J'espère pouvoir la faire présenter à la Maison de la Grèce l'an prochain, si ça m'est encore possible ... Des chanteurs contemporains ont gravé de beaux extraits (Xylouris le Crétois, p ex)
    Bonne lecture et dites nous votre avis.
    Amicalement,
    Thomas E[/i]

    Mon, 08/24/2009 - 22:46 Permalink
    Not specified