Να 'ταν ο πόνος άνθρωπος
Να ’ταν ο πόνος άνθρωπος,
να του γλυκομιλούσα.
Να φύγει από τα μάτια σου,
θα τον παρακαλούσα.
Δεν μπορώ να σε βλέπω να κλαις,
την ψυχή σου να καίνε φωτιές,
μη μου κλαις, μη μου κλαις.
Δεν αντέχω να κλαις, να πονάς,
τι δε θα ’δινα για να γελάς,
μην πονάς, μην πονάς.
Πότε θα δω το γέλιο σου
μέσ’ στο πικρό σου στόμα.
Σου ’χω γιατρέψει τις πληγές
μα εσύ πονάς ακόμα.
Δεν μπορώ να σε βλέπω να κλαις,
την ψυχή σου να καίνε φωτιές,
μη μου κλαις, μη μου κλαις.
Δεν αντέχω να κλαις, να πονάς,
τι δε θα ’δινα για να γελάς,
μην πονάς, μην πονάς.
Si la peine était humaine
Si la peine avait forme humaine
je lui parlerais avec des mots doux.
Qu'elle quitte tes yeux
je la supplierai.
Je ne peux te voir pleurer
ni ton âme se consumer dans les flammes,
ne pleure pas, ne pleure pas.
Je ne supporte ni tes pleurs ni ta peine,
que ne donnerai-je pour que tu ries,
ne souffre pas, ne souffre pas.
Quand verrai-je ton rire
dans ta bouche en peine.
J'ai soigné tes plaies
mais tu as mal encor.
Je ne peux te voir pleurer
ni ton âme se consumer dans les flammes,
ne pleure pas, ne pleure pas.
Je ne supporte ni tes pleurs ni ta peine,
que ne donnerai-je pour que tu ries,
ne souffre pas, ne souffre pas.